Από τη μίμηση στη βαθιά μάθηση: πώς χτίζονται οργανισμοί που προσαρμόζονται
«Όταν η μάθηση δεν είναι να φαίνεσαι, αλλά να γίνεσαι»
Του Κωνταντίνου Ράικου
Υπάρχουν στιγμές που η ζωή σε αναγκάζει να σταματήσεις. Να κοιτάξεις τον εαυτό σου κατάματα και να παραδεχτείς ότι κάτι πρέπει να αλλάξει. Για μένα, αυτό ήρθε μέσα από κάποια νέα ευρήματα στην υγεία μου· και ενώ έχω ήδη περάσει τη μάχη με τον καρκίνο, η υπενθύμιση ήταν ξεκάθαρη: τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Δεν με γονάτισε, αλλά με ώθησε να ψάξω ξανά τρόπους να μειώσω το στρες, να βρω ισορροπία, να σταθώ σε μια νέα αφετηρία.
Η ιστιοπλοΐα εμφανίστηκε μπροστά μου σαν μια τέτοια ευκαιρία. Δεν την επέλεξα γιατί με ενδιέφερε απλώς ένα νέο χόμπι· την επέλεξα γιατί κουβαλούσε μέσα της κάτι βαθύτερο: την πρόκληση να αφεθώ. Να σταθώ απέναντι στη θάλασσα και τον άνεμο με άγνοια και ταπεινότητα. Να γίνω ξανά μαθητής. Κι όταν ανέβηκα για πρώτη φορά στο σκάφος, με τον ήχο του νερού να χτυπάει την πλώρη και τον άνεμο να σφυρίζει στα πανιά, ένιωσα ακριβώς αυτό: ότι κρατούσα στα χέρια μου μια λευκή σελίδα.
Όμως σε εκείνη τη στιγμή αναδύθηκε και μια δεύτερη σκέψη, πιο ενοχλητική. Παρατήρησα πόσο γρήγορα —ακόμη και σε κάτι εντελώς καινούργιο— ο νους μου έτρεχε στο να “φαίνομαι καλός”. Να δείχνω πως καταλαβαίνω, να επαναλαμβάνω μηχανικά τις εντολές, να προσποιούμαι γνώση για να μην εκτεθώ. Κι εκεί συνειδητοποίησα το παράδοξο: ότι αυτή η ανάγκη να δείχνουμε ικανοί μάς εμποδίζει να μάθουμε αληθινά.
Αυτό που βίωνα στη θάλασσα, είχε μελετηθεί χρόνια πριν σε ένα εργαστήριο στο Columbia University. Δύο μακάκοι, ο Oberon και ο MacDuff, κλήθηκαν να μάθουν τη σειρά πέντε εικόνων. Είχαν τη δυνατότητα να ζητήσουν βοήθεια με ένα “hint”, που τους αποκάλυπτε την επόμενη σωστή επιλογή. Όταν οι υποδείξεις ήταν διαθέσιμες, οι πίθηκοι έδειχναν να αποδίδουν καλύτερα. Όμως, όταν αφαιρέθηκαν, αποκαλύφθηκε η αλήθεια: δεν είχαν μάθει πραγματικά. Αντίθετα, οι πίθηκοι που πάλευαν χωρίς βοήθεια, που έκαναν λάθη και δοκίμαζαν ξανά, ήταν εκείνοι που τελικά κατέκτησαν τη γνώση σε βάθος.
Το πείραμα αυτό επιβεβαιώνει μια βασική αρχή της μάθησης: οι “επιθυμητές δυσκολίες” (desirable difficulties). Όσο περισσότερο εκτίθεσαι σε προκλήσεις, όσο περισσότερο αποτυγχάνεις και διορθώνεσαι, τόσο βαθύτερα μαθαίνεις. Η εύκολη διαδρομή, η μίμηση, το “να φαίνεσαι καλός”, δεν χτίζει γνώση· χτίζει μια ψευδαίσθηση γνώσης.

Τι σημαίνει αυτό για τις επιχειρήσεις μας
Στον κόσμο των εταιρειών, η πίεση να “φαίνεσαι καλός” είναι πανίσχυρη. Συχνά επιβραβεύουμε την ταχύτητα της απάντησης αντί για το βάθος της κατανόησης. Επαινούμε την εκτέλεση χωρίς λάθη, ενώ τα λάθη είναι συχνά ο μόνος δρόμος για πραγματική πρόοδο. Έτσι καταλήγουμε με οργανισμούς που αναπαράγουν γνώση, αλλά δεν τη δημιουργούν.
Αν όμως θέλουμε να χτίσουμε οργανισμούς που αντέχουν στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, πρέπει να καλλιεργήσουμε μια διαφορετική κουλτούρα:
Να επιτρέπουμε στους ανθρώπους να πειραματιστούν και να αποτύχουν χωρίς φόβο.
Να ενθαρρύνουμε την περιέργεια, όχι την τυφλή συμμόρφωση.
Να βλέπουμε την εκπαίδευση όχι ως μεταφορά γνώσης, αλλά ως δημιουργία εμπειριών που γεννούν κατανόηση.
Οι εταιρείες που θα επιβιώσουν δεν θα είναι αυτές που δείχνουν αψεγάδιαστες, αλλά εκείνες που μαθαίνουν συνεχώς. Οργανισμοί που μετατρέπουν την αβεβαιότητα σε πλεονέκτημα, τα λάθη σε διδάγματα, και τη λευκή σελίδα σε πεδίο δημιουργίας.
Κι αν κάτι μου έμαθε η θάλασσα, είναι αυτό: ο άνεμος αλλάζει κατεύθυνση συνεχώς. Το ζήτημα δεν είναι να ξέρεις πάντα εκ των προτέρων πού θα φυσήξει· το ζήτημα είναι να μάθεις να προσαρμόζεσαι. Κι αυτή είναι η τέχνη που κάνει έναν άνθρωπο —και μια επιχείρηση— να πηγαίνει μπροστά.

Απάντηση